Ξεκούραση στα σουηδικά
Μετάφραση: ξεκούραση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avkoppling, avslappning, relaxa, relax, relaxation
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεκούραση
ξεκούραση εγκεφάλου, ξεκούραση και εγκυμοσύνη, ξεκούραση μετά τη δουλειά, ξεκούραση ματιών, ξεκούραση στην εγκυμοσύνη, ξεκούραση λεξικό γλώσσας σουηδικά, ξεκούραση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ξεκουράζομαι στα σουηδικά - förbli, ro, vila, behållning, rest, rast, återstoden, ...
- ξεκουραστικός στα σουηδικά - vilsam, rofylld, avkopplande, lugn, rogivande
- ξεκόβω στα σουηδικά - amputera, avvänja, vänja, wean, avvänjer, att avvänja
- ξελογιάζω στα σουηδικά - förleda, förföra, förför, att förföra, avleda
Τυχαίες λέξεις
Ξεκούραση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: avkoppling, avslappning, relaxa, relax, relaxation
Μεταφράσεις: avkoppling, avslappning, relaxa, relax, relaxation