Ρούμι στα σουηδικά

Μετάφραση: ρούμι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bisarr, besynnerlig, egen, underlig, egendomlig, konstig, rom, rum, rom som, rommen
Ρούμι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρούμι

ρούμι zacapa, ρούμι λευκό, ρούμι για mojito, ρούμι θερμίδες, ρούμι μάρκες, ρούμι λεξικό γλώσσας σουηδικά, ρούμι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ροχάλα στα σουηδικά - rochala
  • ροχαλίζω στα σουηδικά - snarka, snarkar, snore, snarkning, snark
  • ρούχα στα σουηδικά - kläder, beklädnad, klänning, kläderna, kläd
  • ρούχο στα σουηδικά - plagg, duk, tyg, trasa, duken, trasan
Τυχαίες λέξεις
Ρούμι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bisarr, besynnerlig, egen, underlig, egendomlig, konstig, rom, rum, rom som, rommen