Άθλιος στα τούρκικα
Μετάφραση: άθλιος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
perişan, yoksul, sefil, sefalet, zavallı, az, mutsuz, berbat, Orta Saha berbat, Ortalama ortasaha berbat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άθλιος
άθλιος συνώνυμα, άθλιος στα αγγλικα, άθλιος ετυμολογία, άθλιος συνώνυμο, άθλιος λεξικό γλώσσας τούρκικα, άθλιος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άθεος στα τούρκικα - Allah'sız, dinsiz, tanrısız, godless, inkarcı
- άθλημα στα τούρκικα - olay, etki, sonuç, spor, Sport, sporu, sportif, ...
- άκαμπτος στα τούρκικα - bükülmez, ceset, eğilmez, ölü, sert, katı, rijit, ...
- άκαρπος στα τούρκικα - boş, kısır, verimsiz, sonuçsuz, fruitless, boşa
Τυχαίες λέξεις
Άθλιος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: perişan, yoksul, sefil, sefalet, zavallı, az, mutsuz, berbat, Orta Saha berbat, Ortalama ortasaha berbat
Μεταφράσεις: perişan, yoksul, sefil, sefalet, zavallı, az, mutsuz, berbat, Orta Saha berbat, Ortalama ortasaha berbat