Ακροατής στα τσεχικά

Μετάφραση: ακροατής, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
posluchač, posluchače, naslouchání, listener, posluchačem
Ακροατής στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακροατής

ακροατής στα αγγλικά, ακροατής φοιτητής, ακροατής μαθητής, καλός ακροατής, ακροατής λεξικό γλώσσας τσεχικά, ακροατής στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ακριτόμυθος στα τσεχικά - netaktní, neuvážený, nediskrétní, indiskrétní, nerozvážný, žvanil, timálie, ...
  • ακροατήριο στα τσεχικά - obecenstvo, publikum, slyšení, posluchačstvo, audience, diváci, publika
  • ακροβάτης στα τσεχικά - provazolezec, akrobat, Acrobat, akrobatka, akrobatem, aplikace Acrobat
  • ακροβατικός στα τσεχικά - akrobatický, akrobatické, akrobatická, akrobatického, akrobatických
Τυχαίες λέξεις
Ακροατής στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: posluchač, posluchače, naslouchání, listener, posluchačem