Γεροδεμένος στα τσεχικά
Μετάφραση: γεροδεμένος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tělnatý, statný, hřmotný, urostlý, páskovací, Páskovačky, páskování, Páskovač
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεροδεμένος
γεροδεμένος λεξικό γλώσσας τσεχικά, γεροδεμένος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- γερακάρης στα τσεχικά - sokolník, Gerakaris
- γερανός στα τσεχικά - jeřáb, jeřábové, jeřábu, crane, jeřáby
- γεροντικός στα τσεχικά - stařecký, senilní, senile, stařecké, stařecká, senilního
- γερουσία στα τσεχικά - senát, Senátu, senát PČR, senátní, Senate
Τυχαίες λέξεις
Γεροδεμένος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: tělnatý, statný, hřmotný, urostlý, páskovací, Páskovačky, páskování, Páskovač
Μεταφράσεις: tělnatý, statný, hřmotný, urostlý, páskovací, Páskovačky, páskování, Páskovač