Παρεκτρέπω στα φινλανδικά

Μετάφραση: παρεκτρέπω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
viihdyttää, hauskuttaa, vieroittaa, hauskuuttaa, käyttäytyä huonosti, huonosti, käyttäytyvät huonosti, misbehave, syyllistyvät
Παρεκτρέπω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρεκτρέπω

παρεκτρέπω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, παρεκτρέπω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • παρεκκλήσι στα φινλανδικά - pyhättö, pyhäkkö, kappeli, kappelin, kappelissa, kappeliin, chapel
  • παρεκκλίνω στα φινλανδικά - poiketa, torjua, kääntyä, sivuraide, sivuraiteelle, johtaa pois asiasta, vaihtaa sivuraiteelle
  • παρεκτροπή στα φινλανδικά - virhe, erehdys, mielenhäiriö, harhautuminen, vääristymä, hupi, virkistys, ...
  • παρελθόν στα φινλανδικά - mennyt, ohi, editse, menneisyys, viime, entisaika, viimeisen, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρεκτρέπω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: viihdyttää, hauskuttaa, vieroittaa, hauskuuttaa, käyttäytyä huonosti, huonosti, käyttäytyvät huonosti, misbehave, syyllistyvät