Õpipoiss στα ελληνικά
Μετάφραση: õpipoiss, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δόκιμος, τσιράκι, μαθητευόμενος, μαθητευόμενο, μαθητευόμενου, μαθητείας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- komplitseerima στα ελληνικά - περιπλέκω, επιπλοκές, επιπλοκών, περιπλοκές, επιπλοκές που, τις επιπλοκές
- korvama στα ελληνικά - όφσετ, αντισταθμίζεται, αντισταθμιστεί, αντισταθμίσει, offset
- kostitama στα ελληνικά - μεταχειρίζομαι, κέρασμα, θεραπεύω, κερνώ, ψυχαγωγήσει, διασκεδάσει, να ψυχαγωγήσει, ...
- moskiito στα ελληνικά - κουνούπι, κουνουπιών, κουνούπια, κουνουπιού, των κουνουπιών
Τυχαίες λέξεις
Õpipoiss στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δόκιμος, τσιράκι, μαθητευόμενος, μαθητευόμενο, μαθητευόμενου, μαθητείας
Μεταφράσεις: δόκιμος, τσιράκι, μαθητευόμενος, μαθητευόμενο, μαθητευόμενου, μαθητείας