Ökoloogia στα ελληνικά

Μετάφραση: ökoloogia, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικολογία, οικολογίας, την οικολογία, της οικολογίας, η οικολογία
Ökoloogia στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • enamik στα ελληνικά - πλέον, πιο, περισσότερες, περισσότερα, τα περισσότερα
  • läbikukkumine στα ελληνικά - φιάσκο, κατάρρευση, αποτυχία, παράλειψη, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
  • mahahõõruv στα ελληνικά - φθορά, τριβή
  • nälkjas στα ελληνικά - σφαίρα, γυμνοσάλιαγκας, γυμνοσάλιαγκα, περιθωρίου τυπογραφικού, βλήματος, γυμνοσαλιάγκων
Τυχαίες λέξεις
Ökoloogia στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικολογία, οικολογίας, την οικολογία, της οικολογίας, η οικολογία