Ülevaataja στα ελληνικά

Μετάφραση: ülevaataja, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτηρητής, επόπτης, επιθεωρητής, τοπογράφος, Surveyor, επιθεωρητή, χωρομέτρη
Ülevaataja στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • intellektuaalne στα ελληνικά - διανοούμενος, πνευματικής, πνευματική, διανοητικής, της πνευματικής
  • kaevandusjäätmed στα ελληνικά - πουρμπουάρ, ρεγάλο, ποδοκόπι, αιχμή, Τα εξορυκτικά απόβλητα, εξορυκτικά απόβλητα, απόβλητα εξορύξεων, ...
  • kahasse στα ελληνικά - Κοινό, Κοινόχρηστο, Κοινόχρηστα, Κοινή, κοινόχρηστη
  • kopsakas στα ελληνικά - τακτοποιώ, ζυγίζω, συγυρίζω, συγυρισμένος, ζυγιάζω, αρκετός, γερός, ...
Τυχαίες λέξεις
Ülevaataja στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτηρητής, επόπτης, επιθεωρητής, τοπογράφος, Surveyor, επιθεωρητή, χωρομέτρη