Aktsept στα ελληνικά

Μετάφραση: aktsept, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδοχή, αποδοχής, την αποδοχή, η αποδοχή, της αποδοχής
Aktsept στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktivist στα ελληνικά - ακτιβιστής, ακτιβιστή, ακτιβίστρια, ακτιβιστών, ενεργό
  • aktseleratsioon στα ελληνικά - επίσπευση, επιτάχυνση, επιτάχυνσης, την επιτάχυνση, επιταχύνσεως, της επιτάχυνσης
  • aktsepteerima στα ελληνικά - δέχομαι, παραδέχομαι, αποδέχομαι, δεχθεί, αποδεχθεί, δεχτεί
  • aktsia στα ελληνικά - κλήρος, μοιράζω, απόθεμα, παρακρατώ, μοιράζομαι, στοκ, μετοχή, ...
Τυχαίες λέξεις
Aktsept στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδοχή, αποδοχής, την αποδοχή, η αποδοχή, της αποδοχής