Alkohol στα ελληνικά
Μετάφραση: alkohol, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλκοόλ, κέφια, ποτό, πίνω, οινόπνευμα, αλκοόλη, αλκοόλης, οινοπνεύματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alkeemia στα ελληνικά - αλχημεία, αλχημείας, η αλχημεία, την αλχημεία, alchemy
- alkeemik στα ελληνικά - αλχημιστής, αλχημιστή, Alchemist, του Αλχημιστή, ο αλχημιστής
- alkoholism στα ελληνικά - αλκοολισμός, αλκοολισμό, αλκοολισμού, τον αλκοολισμό, ο αλκοολισμός
- alkohoolik στα ελληνικά - αλκοολικός, αλκοολούχα, αλκοολικό, αλκοολούχων, αλκοολικού
Τυχαίες λέξεις
Alkohol στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλκοόλ, κέφια, ποτό, πίνω, οινόπνευμα, αλκοόλη, αλκοόλης, οινοπνεύματος
Μεταφράσεις: αλκοόλ, κέφια, ποτό, πίνω, οινόπνευμα, αλκοόλη, αλκοόλης, οινοπνεύματος