Λέξη: κρυφός
Σχετικές λέξεις: κρυφός
κρυφός συνώνυμα, κρυφός φωτισμός led, κρυφός σταθμός μετρό ψυχικό, κρυφός σταθμός μετρό, κρυφός φωτισμός με γυψοσανίδα, κρυφός φωτισμός με led, κρυφός φωτισμός, κρυφός πόλεμος σκάι, κρυφός φωτισμός μπάνιου, κρυφός κυνηγός
Συνώνυμα: κρυφός
μυστικός, ιδιαίτερος, μεμυημένος, κρύφιος, συγκαλυμμένος, μυστηριώδης, υπερφησικώς, λαθραίος, φευγαλαίος
Μεταφράσεις: κρυφός
κρυφός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
furtive, sneaking, covert, occult, undercover
κρυφός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
furtivo, furtivamente, a escondidas, escondidas, hurtadillas, colarse
κρυφός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heranschleichend, schleichend, heimlich, schleichen, schleicht, schleich, schleichst
κρυφός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
furtif, sournois, clandestin, occulte, secret, faufiler, se faufiler, furtivement, faufilant, se faufilant
κρυφός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nascosto, furtivamente, sneaking, soppiatto, di nascosto
κρυφός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
furtivo, covarde, servil, esgueirando, que sneaking
κρυφός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sluipen, stiekem, sneaking, heimelijk nemen, het heimelijk nemen
κρυφός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
скрытый, неосознанный, хитрый, вороватый, трусливый, подспудный, тайный, подлый, тайком, красться, пробирается, крадется
κρυφός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
snik, snike, snikende, sneaking, sniker
κρυφός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
smyga, smyger, att smyga, smygande, smyga sig
κρυφός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
luihu, salainen, sneaking, hiippailla, hiippaili, hiipimässä
κρυφός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
snigende, snige, snige sig, sniger sig, sniger
κρυφός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
skrytý, tajný, kradmý, pokoutní, plíživý, plížit, plížit se, plíží, vkrádá
κρυφός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tajemny, ukradkiem, potajemny, skradanie, skradania, skradanie się, chyłkiem, skrada
κρυφός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lopott, alattomos, sunyi, harcot, sanda, oson
κρυφός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sinsi, sinsice, gizli, sneaking, sinsilik
κρυφός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
потайний, тайний, неусвідомлений, боягуз, підлий, скритий, хитрий, злодійкуватий, підла
κρυφός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
frikacak, poshtër, i poshtër, të poshtër, frikacak vinyl cutter
κρυφός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
подъл, промъква, се промъква, промъквайки, промъкване
κρυφός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
подлы
κρυφός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
varglik, salajane, varastatud, hiiliv, peidetud, hiilis, sneaking, hiilides
κρυφός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
puzav, potajan, šulja, sneaking, se šulja
κρυφός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sneaking, laumast, við svindluðum, svindluðum okkur, svindluðum
κρυφός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Slaptas, Nekrietns, prasmukti
κρυφός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nekrietns, lavoties, slepens
κρυφός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
неизразен, провирајќи, прикрадување, тајно
κρυφός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ascuns, sneaking, furișezi, furișându, furișat
κρυφός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tihotapili, kadila, prikradel, Puzav, skrivaj
κρυφός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nenápadný, skrytý, plazivý, postupný