Argoo στα ελληνικά
Μετάφραση: argoo, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποκρισία, αργκό, παρεφθαρμένη γλώσσα, αλλά απείθαρχη δημώδη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- argipäevane στα ελληνικά - ανέμελος, περιστασιακή, περιστασιακά, απλό, περιστασιακό
- arglik στα ελληνικά - φοβισμένος, δειλός, άτολμος, άτολμους, ο άτολμος, δειλά
- argpüks στα ελληνικά - κοτόπουλο, δειλός, δειλό, δειλή, δειλά, δειλία
- argpükslik στα ελληνικά - τσουλούφι, τούφα, δειλός, Craven, άνανδρη, άνανδρου, δειλή
Τυχαίες λέξεις
Argoo στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποκρισία, αργκό, παρεφθαρμένη γλώσσα, αλλά απείθαρχη δημώδη
Μεταφράσεις: υποκρισία, αργκό, παρεφθαρμένη γλώσσα, αλλά απείθαρχη δημώδη