Λέξη: χρονικά

Σχετικές λέξεις: χρονικά

χρονικά επιρρήματα, χρονικά μοχλας, χρονικά δράμας, χρονικά όρια εργασίας, χρονικά μεταβαλλόμενες τιμές των μέσων, χρονικά επιρρήματα ασκήσεισ, χρονικά της χαλκιδικής, χρονικά του δρακοφοίνικα, χρονικά αισθητικής, χρονικά ιδιωτικού δικαίου

Συνώνυμα: χρονικά

χρονικό

Μεταφράσεις: χρονικά

χρονικά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
annals, time, in time, periods

χρονικά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anales, los anales, anales de, crónicas, los anales de

χρονικά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Annalen, Chronik

χρονικά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
annales, annales de, les annales, fastes, des annales

χρονικά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
annali, negli annali, fasti, cronache, gli annali

χρονικά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anais, Annals, anais de, nos anais, anales

χρονικά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
annalen, Annals, jaarboeken, analen, kronieken

χρονικά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ежегодник, анналы, летопись, летописи, летописях, анналах

χρονικά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
annaler, annalene, Annals

χρονικά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
annaler, Annals, annalern, Annalerna, tidskriften Annals

χρονικά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aikakirjat, aikakirjoissa, Annals, aikakirjoihin, vuosikirjat

χρονικά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
annaler, annalerne, Annals, årbøger

χρονικά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kronika, anály, Annals, kroniky, Letopisy, análů

χρονικά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
annały, kronika, rocznik, Annals, roczniki

χρονικά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
krónika, évkönyvek, évkönyv, Annals, ban az évkönyvek, évkönyvei

χρονικά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tarihsel olaylar, annals, annals of, yıllıklarına, yıllıklar

χρονικά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
літопис, щорічник, аннали, літопису, літописі, літописи, історії, Книзі

χρονικά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
anale, Revista, Analet, Kronikë

χρονικά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ежегодник, летописи, Анали, Annals, аналите, летописа

χρονικά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
летапісе, летапісу, летапісы

χρονικά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aastaraamatud, annaalid, ajaraamat, Annals, annaalides, ürikutes

χρονικά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
anali, ljetopisi, ljetopis, Annals, ljetopisima, je ljetopisima

χρονικά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
árbækur, annálar, annálum, Annals

χρονικά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
metraštis, analai, analai yra, Annāles, Annały

χρονικά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
annāles, hronika, Annals

χρονικά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
аналите, хрониките, Кардиохируршки, анали, летописи

χρονικά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
anale, Analele, Annals, cronicile, analelor

χρονικά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Annals, anali, Ljetopisi, Ljetopis

χρονικά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
anály, anál

Στατιστικά δημοτικότητας: χρονικά

Τυχαίες λέξεις