Ekspert στα ελληνικά

Μετάφραση: ekspert, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπειρογνώμων, εμπειρογνώμονας, ειδικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων
Ekspert στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ekspeditsioon στα ελληνικά - εκστρατεία, αποστολή, αποστολής, εκστρατείας, expedition
  • eksperiment στα ελληνικά - πείραμα, πειραματίζομαι, πειράματος, το πείραμα, του πειράματος, πειράματα
  • ekspertiis στα ελληνικά - πραγματογνωμοσύνη, εμπειρογνωμοσύνη, εμπειρογνωμοσύνης, εμπειρία, τεχνογνωσία
  • ekspluateerima στα ελληνικά - αξιοποιώ, εκμεταλλεύονται, εκμεταλλευτεί, εκμεταλλευτούν, αξιοποιήσουν, αξιοποιήσει
Τυχαίες λέξεις
Ekspert στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμων, εμπειρογνώμονας, ειδικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων