Εμβολιασμός στα αγγλικά
Μετάφραση: εμβολιασμός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
grafting, inoculation, vaccination, vaccination is, vaccination of, vaccination has
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εμβολιασμός
inoculation
- εμβολιασμός
- ενοφθαλμισμός
- εμβολιασμός
- δαμαλισμός
Σχετικές λέξεις: εμβολιασμός
εμβολιασμός γάτας, εμβολιασμός μουριάς, εμβολιασμός αμπελιού, εμβολιασμός αμυγδαλιάς, εμβολιασμός λεμονιάς, εμβολιασμός λεξικό γλώσσας αγγλικά, εμβολιασμός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- εμβολίζω στα αγγλικά - ram, embolized, rams
- εμβολιάζω στα αγγλικά - inoculate, vaccinate, ingrain, engraft, graft
- εμβροντησία στα αγγλικά - astonishment, stupor
- εμβρόντητος στα αγγλικά - speechless, stunned, dazed, aghast, dumbfounded, flabbergasted
Τυχαίες λέξεις
Εμβολιασμός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: grafting, inoculation, vaccination, vaccination is, vaccination of, vaccination has
Μεταφράσεις: grafting, inoculation, vaccination, vaccination is, vaccination of, vaccination has