Ettevõtmine στα ελληνικά

Μετάφραση: ettevõtmine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πασχίζω, εγχείρημα, προσπαθώ, επιχείρηση, επιχείρησης, επιχειρήσεως, δέσμευση, επιχείρηση που
Ettevõtmine στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ettevõtja στα ελληνικά - επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίες, επιχειρηματιών
  • ettevõtlik στα ελληνικά - τολμηρός, επιχειρηματικός, παράτολμος, ριψοκίνδυνος, παράτολμες
  • etteütlus στα ελληνικά - υπαγόρευση, ορθογραφία, υπαγόρευσης, την υπαγόρευση, ηχογράφησης, από υπαγόρευση
  • etüi στα ελληνικά - ETUI, του ETUI, το ETUI
Τυχαίες λέξεις
Ettevõtmine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πασχίζω, εγχείρημα, προσπαθώ, επιχείρηση, επιχείρησης, επιχειρήσεως, δέσμευση, επιχείρηση που