Eukalüptipuu στα ελληνικά
Μετάφραση: eukalüptipuu, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευκάλυπτος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eugeeniline στα ελληνικά - καλλιγενικός, ευγονικούς, ευγονικό, ευγονικής, ευγονικών
- eukalüpt στα ελληνικά - ευκάλυπτος, ευκαλύπτου, ευκάλυπτο, ευκαλύπτων, ευκαλύπτους
- evakueerima στα ελληνικά - εκκενώνω, εκκενώσουν, εκκενώσει, εκκένωση, εκκενώνουν, εκκενωθεί
- evakueerimine στα ελληνικά - εκκένωση, κένωση, εκκένωσης, την εκκένωση, απομάκρυνση
Τυχαίες λέξεις
Eukalüptipuu στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευκάλυπτος
Μεταφράσεις: ευκάλυπτος