Λέξη: γύρη

Σχετικές λέξεις: γύρη

γύρη παρενέργειες, γύρη μελισσών apivita, γύρη τιμη, γύρη στα αγγλικά, γύρη ανθέων, γύρη μελισσών συντηρηση, γυρη μελισσών τιμη, γύρη δοσολογία, γύρη μελισσών αγορα, γύρη μελισσών και αδυνατισμα, γύρη μελισσών

Συνώνυμα: γύρη

γύρις

Μεταφράσεις: γύρη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pollen, pollens, the pollen, pollen is
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
polen, el polen, de polen, polen de, del polen
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pollen, blütenstaub, Blütenstaub, Pollen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pollen, le pollen, de pollen, du pollen, pollens
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
polline, il polline, pollini, di polline, del polline
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pólen, de pólen, o pólen, pólen de, do pólen
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stuifmeel, pollen, pollenverwachting, van stuifmeel, pollen Redelijk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пыльца, цветень, пыльцы, пыльцу, пыльцевой, пыльцой
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pollen, sted Pollen, etter sted Pollen, Pollen-
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pollen, pollen som, pollenet
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
siitepöly, siitepölyä, siitepölyn, pollen, siitepölystä
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pollen, blomsterstøv
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pyl, pylu, pyly, pylové, pylová
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pyłek, pyłku, pyłków, pyłki, pollen
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hímpor, pollen, virágpor, pollent, a pollen, virágport
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
polen, poleni, pollen, polenler
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
голосування, балотування, голосувати, пилок
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
polen, poleni, pjalm, polenit, e polen
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плаца, цветен прашец, прашец, полен, полени
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пылок, пыльца
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suir, õietolm, tolmlema, õietolmu, õietolmust, õietolmule, õietolmuga
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pelud, peludi, polen, peluda, pollen
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
frjókorn, Pollen, frjókornum
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žiedadulkė, žiedadulkės, žiedadulkių, žiedadulkes, pollen
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
putekšņi, ziedputekšņi, ziedputekšņu, ziedputekšņus, putekšņu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
поленот, полен, на полен, полени, за полен
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
polen, polenul, polenului, de polen, polen de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pel, cvetni prah, pelod, pollen, cvetnega prahu, peloda
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
peľ, peľ z

Στατιστικά δημοτικότητας: γύρη

Τυχαίες λέξεις