Hoov στα ελληνικά
Μετάφραση: hoov, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυλή, αυλής, προαύλιο, στην αυλή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hoorapoeg στα ελληνικά - λυγμός, κάθαρμα, το κάθαρμα, καθίκι, το καθίκι
- hootine στα ελληνικά - σπασμωδικός, άτακτο, ακανόνιστο, παροξυσμικός, ακανόνιστη
- hoovama στα ελληνικά - κυλώ, ρέω, ρυάκι, εκχύνομαι, έκχυση, Gush, αναβλύζουν, ...
- hoovus στα ελληνικά - ρυάκι, ρέω, κυλώ, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, ...
Τυχαίες λέξεις
Hoov στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυλή, αυλής, προαύλιο, στην αυλή
Μεταφράσεις: αυλή, αυλής, προαύλιο, στην αυλή