Λέξη: εμείς

Σχετικές λέξεις: εμείς

εμείς η πόλη, εμείς οι έποικοι, εμείς κι εμείς, εμείς τα μπατιράκια, εμείς οι έλληνες, εμείς οι μαύροι κλέφτες, εμείς για το αιγαίο, εμείς για το φάληρο, εμείς που μείναμε, εμείς κι εμείς επεισόδιο 1, εμείς και εμείς

Μεταφράσεις: εμείς

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
we, us, we are, of us
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
nosotros, nosotras, que, nos, hemos, tenemos
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
man, unsereins, wir, uns, wir uns, haben wir
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
on, nous, nous avons, que nous
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
noi, abbiamo, ci, siamo, che
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nós, saída, que, nos, temos, que nós
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wij, ons, we, die we, dat we, hebben we
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мы, нас, нам, у нас
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vi
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vi, som vi, att vi
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
me, meillä, meidän, olemme, emme
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vi, at vi
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
my, jsme, máme, bychom, budeme
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
my, mamy, nam, możemy, że
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mi, azt, vagyunk, is, meg
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
biz, Sizlere, Bu, bizim
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
візир, ми
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ne, kemi, që ne, ne kemi, që
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ние, сме, можем, имаме, ни
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мы
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
veeklosett, tualett, veekäimla, me, meil, oleme, meie, peame
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mi, smo, ćemo, se, što
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vér, við, ætlum við, sem við, að við, við að
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
nos
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mes, mums, mūsų, turime
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mēs, mums, mūsu, mums ir
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ние, се, ние се, што, можеме
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
noi, am, ne, vom, avem
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mi, smo, imamo, bomo, smo se
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
my, Lokalita My

Στατιστικά δημοτικότητας: εμείς

Τυχαίες λέξεις