Imendumine στα ελληνικά
Μετάφραση: imendumine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απορρόφηση, απορρόφησης, Η απορρόφηση, απορρόφηση Η, την απορρόφηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- imemine στα ελληνικά - άντληση, αναρρόφηση, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
- imenduma στα ελληνικά - γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, απορροφάται, απορροφηθεί, απορροφώνται, που απορροφάται, ...
- imepisike στα ελληνικά - ατομικός, μικροσκοπικός, μικρό, μικροσκοπικά, μικροσκοπικό, μικροσκοπικές
- imepärane στα ελληνικά - υπέροχος, θαυμάσιος, θαυματουργός, θαυματουργή, θαυματουργό, θαυματουργές, θαυμαστή
Τυχαίες λέξεις
Imendumine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απορρόφηση, απορρόφησης, Η απορρόφηση, απορρόφηση Η, την απορρόφηση
Μεταφράσεις: απορρόφηση, απορρόφησης, Η απορρόφηση, απορρόφηση Η, την απορρόφηση