Jäiselt στα ελληνικά
Μετάφραση: jäiselt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παγερός, ψύξη, παγερά, ψυχρά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- jäikus στα ελληνικά - δυσκαμψία, ψυχρότητα, ακαμψία, ακαμψίας, δυσκαμψίας, σκληρότητα
- jäine στα ελληνικά - ψύξη, παγερός, ψυχρός, παγωμένος, παγωμένο, παγωμένη, παγωμένα
- jäisus στα ελληνικά - ψυχρότητα, παγερότης, παγερότητα, παγερότητα η, ψυχρότης
- jäle στα ελληνικά - απεχθής, απεχθές, σιχαμερό, σιχαμερή, απαισιοτέρα
Τυχαίες λέξεις
Jäiselt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παγερός, ψύξη, παγερά, ψυχρά
Μεταφράσεις: παγερός, ψύξη, παγερά, ψυχρά