Külgetõmme στα ελληνικά
Μετάφραση: külgetõmme, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέαμα, έλξη, μαγνητισμός, μαγνητισμό, μαγνητισμού, το μαγνητισμό, ο μαγνητισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- külgetõmbav στα ελληνικά - ελκυστικός, Ελκυστική, Ελκυστικές, Ελκυστικό, ελκυστικά
- külgetõmbejõud στα ελληνικά - έλξη, έλξης, αξιοθέατο, το αξιοθέατο, προσέλκυση
- külghäälik στα ελληνικά - πλάγιος
- külgnema στα ελληνικά - γειτονεύω, συνορεύω, εφάπτομαι, συνεφάπτομαι, συνέχομαι, εφάπτονται
Τυχαίες λέξεις
Külgetõmme στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέαμα, έλξη, μαγνητισμός, μαγνητισμό, μαγνητισμού, το μαγνητισμό, ο μαγνητισμός
Μεταφράσεις: θέαμα, έλξη, μαγνητισμός, μαγνητισμό, μαγνητισμού, το μαγνητισμό, ο μαγνητισμός