Konstruktiivne στα ελληνικά
Μετάφραση: konstruktiivne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εποικοδομητικός, Εποικοδομητική, Η εποικοδομητική, Εποικοδομητικές, Ο εποικοδομητικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- konstitutsiooniline στα ελληνικά - συνταγματικός, συνταγματικές, συνταγματική, συνταγματικής, συνταγματικό
- konstrueeritud στα ελληνικά - σχεδιαστεί, σχεδιασμένα, έχουν σχεδιαστεί, σχεδιασμένο, σχεδιασμένη
- konstruktor στα ελληνικά - κατασκευαστής, κατασκευαστή, constructor, κατασκευαστή της, κατασκευάστρια
- konstruktsioon στα ελληνικά - κατασκευή, ανέγερση, δομή, δομής, διάρθρωση, διάρθρωσης
Τυχαίες λέξεις
Konstruktiivne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εποικοδομητικός, Εποικοδομητική, Η εποικοδομητική, Εποικοδομητικές, Ο εποικοδομητικός
Μεταφράσεις: εποικοδομητικός, Εποικοδομητική, Η εποικοδομητική, Εποικοδομητικές, Ο εποικοδομητικός