Λέξη: μυστρί

Σχετικές λέξεις: μυστρί

το μυστρί, μυστρί ετυμολογία, μυστρί wiki, μυστρί λεξικο, μυστρί στα αγγλικα

Μεταφράσεις: μυστρί

μυστρί στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
trowel, a trowel, trowelling, trowelled, trowel applied

μυστρί στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
paleta, llana, la paleta, llana de, paleta de

μυστρί στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mörtelkelle, maurerkelle, kelle, hohlspatel, traufe, Kelle, trowel, Spachtel

μυστρί στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aube, déplantoir, pelle, spatule, aileron, truelle, la truelle, taloche, une truelle

μυστρί στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cazzuola, spatola, trowel, frattazzo, spatola di

μυστρί στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
espátula, colher de pedreiro, trowel, talocha, colher

μυστρί στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
troffel, spaan, trowel, lijmkam, spatel

μυστρί στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лопатка, кельма, мастерок, шпатель, шпателем, шпателя

μυστρί στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sparkel, glattemaskinen, murskje, trowel

μυστρί στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
murslev, spackel, glättaren, trowel

μυστρί στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
istutuslapio, muurauslastalla, laastikampaa, laastikampa, lastalla

μυστρί στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
murske, spartel, tandspartel, planteske, trowel

μυστρί στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lopatka, lopata, zednická lžíce, stěrkou, hladítkem, lopatkou, stěrka

μυστρί στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
łopatka, kielnia, rydel, trowel, kielni, szpachli, szpachlą

μυστρί στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vakolókanál, simítóval, simító, simítót, vakolókanállal

μυστρί στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mala, mala ile, trowel, Perdah, Perdah makinesi

μυστρί στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лопатка, кельму, Кельма, кельня, мастерок, кельню

μυστρί στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mistri, mistri të, qyrek, perdaf

μυστρί στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лопатка, мистрия, маламашка, шпакла, с мистрия, мистрията

μυστρί στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кельня, Мастерок, Масцярок

μυστρί στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kellu, aiakühvel, trowel, kelluga, pahtlilabidaga, segukammi

μυστρί στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mistrija, lopatica, gladilicom, gleter, lopaticu

μυστρί στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
trowel

μυστρί στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kastuvėlis, mentele, trowel, mentel, mentel ÷

μυστρί στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lāpstiņa, špakteļlāpstiņu, ķelle, lāpstiņu, ķelli

μυστρί στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мистрија, обла, мистријата

μυστρί στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mistrie, spatula, mistria, gletiera, trowel

μυστρί στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
lopatka, lopatico, gladilka, lopatica, zidarsko žlico, trowel

μυστρί στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lopatka, murárska, Murárske, zednické
Τυχαίες λέξεις