Kooliõpetajalik στα ελληνικά
Μετάφραση: kooliõpetajalik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχολαστικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- koolivaheaeg στα ελληνικά - διακοπές, σχολικές γιορτές, των σχολικών διακοπών, σχολικών διακοπών, σχολικές διακοπές, τις σχολικές διακοπές
- kooliõpetaja στα ελληνικά - δάσκαλος, schoolmaster, παιδαγωγός, διευθυντής σχολείου, παιδαγωγό
- koolmekoht στα ελληνικά - πέρασμα, Ford, της Ford, η Ford, τη Ford
Τυχαίες λέξεις
Kooliõpetajalik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχολαστικός
Μεταφράσεις: σχολαστικός