Σχολαστικός στα εσθονικά

Μετάφραση: σχολαστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põhjalik, pedantne, kooliõpetajalik, pedantsus, üksikasjalik, raamatuteadmisest, Raamat tark, raamatuliku
Σχολαστικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχολαστικός

σχολαστικός συνώνυμο, σχολαστικός συνώνυμα, σχολαστικός αγγλικα, σχολαστικός στα αγγλικα, ευάγριος σχολαστικός, σχολαστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, σχολαστικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σχισμή στα εσθονικά - pilu, kaljulõhe, lõhe, ava, Slot, pesa, teenindusaegade
  • σχιστόλιθος στα εσθονικά - paas, tahvelkivi, katusekivi, kiltkivi, kiltkivist, kiltkivist tooted, katusekildi, ...
  • σχολείο στα εσθονικά - koolitama, kool, kalaparv, koolis, kooli, koolist, koolide
  • σχολιάζω στα εσθονικά - kommenteerima, märge, annoteerima, kommentaar, kommentaari, või kommentaar, Küsimus või kommentaar, ...
Τυχαίες λέξεις
Σχολαστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: põhjalik, pedantne, kooliõpetajalik, pedantsus, üksikasjalik, raamatuteadmisest, Raamat tark, raamatuliku