Läbikäija στα ελληνικά
Μετάφραση: läbikäija, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραβάτης, καταπατητής, μέσω του, μέσω της, με την, μέσα από το, διαμέσου του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- läbielamus στα ελληνικά - εμπειρία, μέσα από την εμπειρία, μέσω της εμπειρίας, με την εμπειρία, την εμπειρία, από την εμπειρία
- läbikukkumine στα ελληνικά - φιάσκο, κατάρρευση, αποτυχία, παράλειψη, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
- läbikäik στα ελληνικά - δίοδος, ανοικτός δρόμος, οδική αρτηρία, οδός, λεωφόρο, αρτηρία
- läbilõige στα ελληνικά - τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
Τυχαίες λέξεις
Läbikäija στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραβάτης, καταπατητής, μέσω του, μέσω της, με την, μέσα από το, διαμέσου του
Μεταφράσεις: παραβάτης, καταπατητής, μέσω του, μέσω της, με την, μέσα από το, διαμέσου του