Laiduväärne στα ελληνικά

Μετάφραση: laiduväärne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεμπτός, καταδικαστέος, αξιόμεμπτος, πταίστη, επιλήψιμος, υπαίτια, αξιοκατάκριτο
Laiduväärne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • laiaääreline στα ελληνικά - γραμμή ευρεία, γραμμή πλάτους
  • laibaröövel στα ελληνικά - σώμα, το σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός
  • laiduväärt στα ελληνικά - κατακριτέος, κατακριτέα, κατακριτέο, καταδικαστέα, επιλήψιμο
  • laiendama στα ελληνικά - διευρύνω, επεκτείνω, διαστέλλω, φουσκώνω, επεκτείνουν, επεκτείνετε, επεκτείνει, ...
Τυχαίες λέξεις
Laiduväärne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεμπτός, καταδικαστέος, αξιόμεμπτος, πταίστη, επιλήψιμος, υπαίτια, αξιοκατάκριτο