Lakk στα ελληνικά

Μετάφραση: lakk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βερνικώνω, χαίτη, Μάιν, χαίτης, τη χαίτη, η χαίτη
Lakk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lakapealne στα ελληνικά - σοφίτα
  • lakei στα ελληνικά - υπηρέτης, λακές, υπηρέτη, υπηρέτες, υπηρέτες του
  • lakkama στα ελληνικά - παύω, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, σταματήσουν, να σταματήσει
  • lakkamatu στα ελληνικά - ακατάπαυστος, αδιάκοπος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη, συνεχής
Τυχαίες λέξεις
Lakk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βερνικώνω, χαίτη, Μάιν, χαίτης, τη χαίτη, η χαίτη