Λέξη: προγονικός

Συνώνυμα: προγονικός

κληρονομικός

Μεταφράσεις: προγονικός

προγονικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ancestral, hereditary

προγονικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
solariego, ancestral, ancestrales, ancestral de, solariega, antepasados

προγονικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
angestammt, Ahnen-, Vorfahren, Ahnen, stammten, angestammten

προγονικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
héréditaire, ancestral, ancestrale, ancestrales, ancêtres, ancestraux

προγονικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ancestrale, ancestrali, antenati, ancestral

προγονικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ancestral, ancestrais

προγονικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
voorouderlijke, voorouderlijk, voorvaderlijke, voorouders, eeuwenoude

προγονικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
наследственный, атавистический, родительный, родовой, предков, наследственная, родовое

προγονικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
doms, forfedrenes, ancestral, forfedres, barndoms

προγονικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fäderneärvda, släkt-, förfäders, ancestral

προγονικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
esi-isiltä peritty, esi, ikivanhan

προγονικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fædrene, forfædres, Slægtsfil, Ancestral, nedarvet

προγονικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dědičný, zděděný, rodový, předků, rodové

προγονικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rodowy, dziedziczny, Rodowe, rodowego, ancestral

προγονικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ősi, az ősi, ősök, õsi, ôsi

προγονικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
atalardan kalma, atalarının, ata, atasal, atalara

προγονικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
атавістичний, спадковий, родовий, спадкоємний, спадкового, родової

προγονικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
stërgjyshor, stërgjyshore, e stërgjyshore, më i vjetër, parëve

προγονικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
потомствен, предците, наследствена, бащините, наследствен

προγονικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спадчынны, спадчынная, першародны, цяжкі спадчынны, і першародны

προγονικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
esivanemlik, esivanemailt päritud, esivanemate, esivanematelt päritud, esivanematelt

προγονικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
naslijeđen, nasljeđen, predaka, predak, rodovski

προγονικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
forfeðranna, Eldri

προγονικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
protėvių, paveldėtos, protėvinė, protėvinis, Ancestral

προγονικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
senču, sena, seniem, mantots

προγονικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
предците, предок, прадедовските, прародителскиот, предци

προγονικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ancestral, ancestrale, ancestrală, rudenie, ancestrala

προγονικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prednikov, ancestral, Rodovski, prednik

προγονικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dedičný, dedičného, dedičné, dedičným, rodinná
Τυχαίες λέξεις