Ligidal στα ελληνικά
Μετάφραση: ligidal, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποπνιχτικός, πνιγηρός, κολλητός, κοντά, κοντινός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ligatuur στα ελληνικά - σύμπλεγμα, επίδεσμος, κλωστή, κράμα, κράματος, κραμάτων, κραματοποιημένο, ...
- lige στα ελληνικά - νοτερός, υγρός, υγρό, υγρή, υγρής, υγρά
- ligidus στα ελληνικά - εγγύτητα, Η εγγύτητα, εγγύτητας, Proximity, της εγγύτητας
- ligikaudu στα ελληνικά - περί, περίπου, για, προσέγγιση, κατά προσέγγιση, περίπου το, σχεδόν
Τυχαίες λέξεις
Ligidal στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποπνιχτικός, πνιγηρός, κολλητός, κοντά, κοντινός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Μεταφράσεις: αποπνιχτικός, πνιγηρός, κολλητός, κοντά, κοντινός, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής