Liitmik στα ελληνικά
Μετάφραση: liitmik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασταύρωση, σύνδεσμος, υποδοχή, συνδετήρα, συνδετήρας, βύσμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- liitlasväed στα ελληνικά - αγελάδα, Συμμαχικές Δυνάμεις, Συμμαχικών Δυνάμεων, των Συμμαχικών Δυνάμεων, των συμμαχικών δυνάμεων της, συμμαχικών δυνάμεων της
- liitma στα ελληνικά - προσθέτω, παιδάκι, μικρό παιδί, tOT, tOT της, μέθοδος TOT
- liitmine στα ελληνικά - επιδεινώνοντας, ανάμιξης, αναμίξεως, ανατοκισμού
- liituma στα ελληνικά - κατατάσσομαι, προσκτώμαι, συνενώνω, συνδέω, ενώνω, προσχωρώ, ένωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Liitmik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασταύρωση, σύνδεσμος, υποδοχή, συνδετήρα, συνδετήρας, βύσμα
Μεταφράσεις: διασταύρωση, σύνδεσμος, υποδοχή, συνδετήρα, συνδετήρας, βύσμα