Linkimine στα ελληνικά
Μετάφραση: linkimine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταβατικός, σύνδεση, Η σύνδεση, Συνδέοντας, σύνδεση της, τη σύνδεση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- link στα ελληνικά - μανταλώνω, κρίκος, συνδέω, μάνταλο, σύνδεσμος, δεσμός, σύνδεση, ...
- linkima στα ελληνικά - κρίκος, συνδέω, σύνδεσμος, δεσμός, σύνδεση, σύνδεσμο, συνδέσμου
- linlane στα ελληνικά - αστός, συμπολίτης, αστού, κάτοικος πόλης και, κάτοικος πόλης
- linn στα ελληνικά - πόλη, πόλης, της πόλης, την πόλη
Τυχαίες λέξεις
Linkimine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταβατικός, σύνδεση, Η σύνδεση, Συνδέοντας, σύνδεση της, τη σύνδεση
Μεταφράσεις: μεταβατικός, σύνδεση, Η σύνδεση, Συνδέοντας, σύνδεση της, τη σύνδεση