Loik στα ελληνικά
Μετάφραση: loik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λούτσα, λιμνούλα, λακκούβα με νερό, λακκούβα, λακκούβας, της λακκούβας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- loid στα ελληνικά - χαύνος, αδρανής, μουδιασμένος, ναρκωμένος, βραδύς, υποτονική, αργή, ...
- loidus στα ελληνικά - ροχάλα, αδράνεια, νωθρότητα, συμπτώματα όπως απάθεια, αφηρημάδα, ατονία, απάθεια
- loit στα ελληνικά - φωτοβολίδα, περινεφρικό, έκλαμψη, flare, αναλαμπή
- loits στα ελληνικά - μαγεύω, συλλαβίζω, γοητεύω, ξόρκι, θέλγω, διάστημα, ορθογραφώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Loik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λούτσα, λιμνούλα, λακκούβα με νερό, λακκούβα, λακκούβας, της λακκούβας
Μεταφράσεις: λούτσα, λιμνούλα, λακκούβα με νερό, λακκούβα, λακκούβας, της λακκούβας