Λέξη: σημειωματάριο

Σχετικές λέξεις: σημειωματάριο

σημειωματάριο windows 7, σημειωματάριο free download, σημειωματάριο android, σημειωματάριο κήπων, σημειωματάριο ιδεών, σημειωματάριο μεταξύ γυναικών, σημειωματάριο moleskine, σημειωματάριο για android, σημειωματάριο με λάστιχο, σημειωματάριο windows

Συνώνυμα: σημειωματάριο

μπλοκ, τετράδιο, καρνέ, τεφτέρι

Μεταφράσεις: σημειωματάριο

σημειωματάριο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
jotter, notebook, writing pad, notepad, the notebook, pad

σημειωματάριο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
agenda, libreta, cuaderno, portátil, notebook, ordenador portátil, el cuaderno

σημειωματάριο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heft, notebook, schreibheft, kladde, notizbuch, Notizbuch, Heft, Notebook, Notebooks

σημειωματάριο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
agenda, mémento, bloc-notes, calepin, carnet, cahier, portable, ordinateur portable, notebook

σημειωματάριο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
blocchetto, taccuino, notebook, portatile, quaderno, il taccuino

σημειωματάριο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nota, caderno, bilhete, notebook, portátil, computador portátil, de notebook

σημειωματάριο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aflevering, katern, schrift, notitieboekje, aantekenboekje, notebook, laptop

σημειωματάριο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тетрадь, блокнот, тетрадка, ноутбук, Записная книжка, ноутбука, ноутбуков

σημειωματάριο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
notebook, bærbare, notatbok, notisbok, bærbar PC

σημειωματάριο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anteckningsbok, bärbara, bärbara datorn, notebook

σημειωματάριο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
muistikirja, vihko, kannettavan, Notebook, kannettava, muistikirjan

σημειωματάριο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
notesbog, notebook, bærbare computer, bærbare, bærbar

σημειωματάριο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
notes, zápisník, knížka, diář, notebook, notebooku, notebooky, notebooků

σημειωματάριο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
notatnik, notes, zeszyt, brulion, notebook, notebooka, laptopa

σημειωματάριο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
jegyzetfüzet, Notebook, noteszgép, notebookot, a notebook

σημειωματάριο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
defter, dizüstü, notebook, dizüstü bilgisayar, notebook'un

σημειωματάριο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
блокнот, йоти, зошит, ноутбук

σημειωματάριο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fletore, fletore shënimesh, notebook, fletoren, fletore të

σημειωματάριο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бележник, тетрадка, бележника, преносим компютър, лаптоп

σημειωματάριο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ноўтбук, наўтбук, ноутбук

σημειωματάριο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sülearvuti, märkmik, Notebook, sülearvutiga, sülearvutit

σημειωματάριο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bilježnica, Notebook, prijenosno računalo, prijenosnik, prijenosno

σημειωματάριο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
minnisbók, Notebook, fartölvu, fartölvuna, Glósubók

σημειωματάριο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
užrašų knygutė, sąsiuvinis, bloknotas, Notepad, nešiojamojo kompiuterio

σημειωματάριο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piezīmju grāmatiņa, notebook, Piezīmju, piezīmjdatoru, piezīmjdators

σημειωματάριο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лаптоп, на лаптоп, тетратката, тетратка, лаптоп на

σημειωματάριο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
carnet, caiet, notebook

σημειωματάριο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
notes, zápisník, sešit, zvezek, beležnica, notebook, prenosnik, notesnik, prenosni računalnik, prenosni

σημειωματάριο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
notebook, zápisník, notes, Notebook, poznámkový blok
Τυχαίες λέξεις