Okas στα ελληνικά
Μετάφραση: okas, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγκάθι, αγκάθια, το αγκάθι, ακίδα, αγκαθιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- deduktiivne στα ελληνικά - επαγωγικός, αφαιρετικής, απαγωγική, επαγωγική, απαγωγικό
- diletant στα ελληνικά - ερασιτέχνης, dilettante, ερασιτέχνες, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη
- eristamine στα ελληνικά - διάκριση, διακρίσεις, διαφορά, διαφοροποίηση, διαφοροποίησης, τη διαφοροποίηση
- nihilism στα ελληνικά - μηδενισμός, μηδενισμό, τον μηδενισμό, ο μηδενισμός, το μηδενισμό
Τυχαίες λέξεις
Okas στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγκάθι, αγκάθια, το αγκάθι, ακίδα, αγκαθιών
Μεταφράσεις: αγκάθι, αγκάθια, το αγκάθι, ακίδα, αγκαθιών