Rooskama στα ελληνικά
Μετάφραση: rooskama, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαστίζω, πληγή, δέρνω, μαστιγώ, μαστιγώνω, μαστιγώσουν, τα μαστιγώσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autokraatlik στα ελληνικά - αυτοκρατορικός, αυταρχικός, απολυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, αυταρχικά
- helikopter στα ελληνικά - ελικόπτερο, ελικοπτέρου, ελικοπτέρων, ελικόπτερα, του ελικοπτέρου
- isikupära στα ελληνικά - ατομικότητα, προσωπικότητα, προσωπικότητας, προσωπικότητά, της προσωπικότητας, την προσωπικότητα
- kosmos στα ελληνικά - χώρος, διάστημα, χώρο, χώρου, κόπηκε
Τυχαίες λέξεις
Rooskama στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαστίζω, πληγή, δέρνω, μαστιγώ, μαστιγώνω, μαστιγώσουν, τα μαστιγώσουν
Μεταφράσεις: μαστίζω, πληγή, δέρνω, μαστιγώ, μαστιγώνω, μαστιγώσουν, τα μαστιγώσουν