Rummi στα ελληνικά

Μετάφραση: rummi, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ραμί, ρούμι, το ρούμι, ρουμιού, ρούμι που
Rummi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • allaandja στα ελληνικά - ηττοπαθής, ηττοπαθή, ηττοπαθείς, ηττοπαθές, ηττοπαθούς
  • galopeerima στα ελληνικά - γκάλοπ, καλπασμός, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
  • kirjaoskamatus στα ελληνικά - αναλφαβητισμός, αναλφαβητισμού, του αναλφαβητισμού, αναλφαβητισμό, τον αναλφαβητισμό
  • lõõtsutamine στα ελληνικά - λαχανιάζω, δυσκολία στην αναπνοή, δύσπνοια, λαχάνιασμα, συντομία της αναπνοής, δύσπνοιας
Τυχαίες λέξεις
Rummi στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ραμί, ρούμι, το ρούμι, ρουμιού, ρούμι που