Silm στα ελληνικά

Μετάφραση: silm, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οφθαλμός, μάτι, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού
Silm στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • filtraat στα ελληνικά - διήθημα, διηθήματος
  • järeldus στα ελληνικά - τέλος, επαγωγή, λήξη, συμπέρασμα, σύναψη, τη σύναψη, Συμπερασματικά, ...
  • klarnet στα ελληνικά - κλαρίνο, κλαρινέτο, κλαρινέτου, κλαρίνου, κλαρινο
  • kontrapunkt στα ελληνικά - αντίστιξη, αντίστιξης, counterpoint, αντίβαρο, αντιστάθμισμα
Τυχαίες λέξεις
Silm στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οφθαλμός, μάτι, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού