Λέξη: μίζα
Σχετικές λέξεις: μίζα
μίζα στα αγγλικα, μίζα για xt 600, μίζα ετυμολογία, μίζα virago 250, μίζα αυτοκινήτου, μίζα τρακτερ, μίζα για, μίζα για το c4i, μίζα της καρδιας, μίζα iskra
Συνώνυμα: μίζα
εκκινητής, εκκινητήρας, θέτων εις κίνηση
Μεταφράσεις: μίζα
μίζα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ignition, starter, starter motor, the ignition, bribe
μίζα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
encendido, inflamación, ignición, motor de arranque, entrante, arrancador, de arranque, del arrancador
μίζα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
entzündung, zündung, Starter, Anlasser, Vorspeise
μίζα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
allumage, inflammation, ignition, démarreur, démarrage, entrée, starter, départ
μίζα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
accensione, starter, antipasto, avviamento, di avviamento, avviatore
μίζα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
si, se, ignição, arranque, partida, kits, de arranque, acionador de partida
μίζα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ontsteking, starter, startmotor, voorgerecht, aanzet, start
μίζα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вспышка, прокаливание, запал, воспламенение, зажигание, иезуит, стартер, стартера, Starter, стартовый, стартером
μίζα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forrett, starteren, starter, start, startpakke
μίζα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tändning, starter, start, förrätt, Startat av, startmotorn
μίζα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
syttyminen, sytyttäminen, sytytys, käynnistin, starter, käynnistimen, käynnistysnarusta, käynnistysmoottori
μίζα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
starter, forret, starteren, startmotor
μίζα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vzplanutí, vznícení, zapalování, zapálení, startér, předkrm, spouštěč, startovací, startéru
μίζα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
palenie, zapalenie, zapalanie, zapłon, rozrusznik, starter, przystawka, rozrusznika, startowy
μίζα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hevítés, begyújtás, izzítás, begyulladás, indító, előétel, Starter, indítómotor, önindító
μίζα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ateşleme, marş, başlangıç, starter, başlatıcı, verici
μίζα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
запав, запалювання, запалення, спалах, сполох, стартер
μίζα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
motorino, starter, iniciativë, iniciativë e, vrapues
μίζα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стартер, Starter, стартера, стартерната, стартерни
μίζα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стартар, стартэра, старцераў, старцёр, стартэр
μίζα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
süttimine, starter, starteri, käiviti, startija, juuretis
μίζα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
paljenje, zapaljenje, starter, startera, predjelo, pokretač, Započeo
μίζα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ræsir, þráðar, startara, Starter, byrjenda
μίζα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
starteris, starterio, pradedančiųjų, starter, paleidimo
μίζα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
starteris, starter, startera, starteri, starteru
μίζα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стартер, отворена од, стартерот, започнал, предјадење
μίζα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
starter, de pornire, demarorului, demaror, demarare
μίζα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
starter, zaganjalnik, zagon, zaganjač, zaganjalnika
μίζα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zapálení, štartér, startér, štartérom, štartéra