Skulptor στα ελληνικά

Μετάφραση: skulptor, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαξευτής, γλύπτης, γλύπτη, γλύπτρια, του γλύπτη, γλύπτριας
Skulptor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ajend στα ελληνικά - ορμή, κίνητρο, κινήτρων, κίνητρα, ενθάρρυνσης, κίνητρο για
  • astmaatiline στα ελληνικά - ασθματικός, ασθματικών, ασθματική, ασθματικά, ασθματικούς
  • kirjamapp στα ελληνικά - χαρτοφύλακας
Τυχαίες λέξεις
Skulptor στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαξευτής, γλύπτης, γλύπτη, γλύπτρια, του γλύπτη, γλύπτριας