Surmavalt στα ελληνικά
Μετάφραση: surmavalt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θανατηφόρα, θανάσιμα, θανάσιμα τον, θανάσιμα την
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- imikuiga στα ελληνικά - νηπιακή ηλικία, νηπιότης, babyhood, βρεφικής ηλικίας, βρεφικής
- imikutoit στα ελληνικά - τύπος, παιδικές τροφές, Βρεφικές Τροφές, τις παιδικές τροφές, Βρεφική Διατροφή
- lairiba στα ελληνικά - ευρέως, πλατέως, ευρυζωνική, ευρυζωνικών, ευρυζωνικές, ευρυζωνικής, ευρυζωνικό
- mütoloogia στα ελληνικά - μυθολογία, μυθολογίας, τη μυθολογία, την μυθολογία
Τυχαίες λέξεις
Surmavalt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θανατηφόρα, θανάσιμα, θανάσιμα τον, θανάσιμα την
Μεταφράσεις: θανατηφόρα, θανάσιμα, θανάσιμα τον, θανάσιμα την