Töötlus στα ελληνικά

Μετάφραση: töötlus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεξεργασία, θεραπεία, μεταχείριση, αγωγή, θεραπείας
Töötlus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ejakulatsioon στα ελληνικά - εκσπερμάτωση, την εκσπερμάτωση, εκσπερμάτισης, την εκσπερμάτιση, εκσπερμάτωσης
  • erinevalt στα ελληνικά - διαφορετικός, σε αντίθεση με, αντίθεση, αντίθετα, σε αντίθεση, αντίθεση με
  • kopeeriv στα ελληνικά - αντιγραφή, αντιγραφής, την αντιγραφή, η αντιγραφή, αντιγράφων
  • monopoliseerima στα ελληνικά - απορροφώ, απορροφούνται, απορροφηθείτε, μονοπωλώ, απασχολώ ολότελα
Τυχαίες λέξεις
Töötlus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεξεργασία, θεραπεία, μεταχείριση, αγωγή, θεραπείας