Tühikäigul στα ελληνικά
Μετάφραση: tühikäigul, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεμπέλης, άνεργος, αδρανής, αργόσχολος, ρελαντί, στο ρελαντί, βραδυπορείας, βραδυπορίας, αδράνειας
Μεταφράσεις
- kisklema στα ελληνικά - συμπλοκή, πάλη, διαμάχη, ιστάμενους, tussle
- lahendus στα ελληνικά - διάλυμα, οικισμός, λύση, διαλύματος, λύσης, διάλυμα που
- loobuma στα ελληνικά - απορρίπτω, αποποιούμαι, παρατάω, εγκαταλείπω, παραιτηθεί, να εγκαταλείψουν, εγκαταλείψουν, ...
- mandel στα ελληνικά - αμύγδαλο, αμυγδάλου, αμυγδαλέλαιο, αμυγδαλιές, αμυγδάλων
Τυχαίες λέξεις
Tühikäigul στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεμπέλης, άνεργος, αδρανής, αργόσχολος, ρελαντί, στο ρελαντί, βραδυπορείας, βραδυπορίας, αδράνειας
Μεταφράσεις: τεμπέλης, άνεργος, αδρανής, αργόσχολος, ρελαντί, στο ρελαντί, βραδυπορείας, βραδυπορίας, αδράνειας