Tegevusala στα ελληνικά

Μετάφραση: tegevusala, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατοχή, επάγγελμα, κατάληψη, δραστηριότητα, δραστηριότητας, δραστικότητα, δράση, δραστηριοτήτων
Tegevusala στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • furgoon στα ελληνικά - φορτηγάκι, φορτηγό, βαν, van, ναη
  • heraldiline στα ελληνικά - οικοσηματολογικός, κηρυκείος, εραλδική, εραλδικά, εραλδικό
  • lamineerima στα ελληνικά - laminate, φύλλο, έλασμα, ελάσματος, πολυστρωματικό
  • lühinägelik στα ελληνικά - μυωπικός, κοντόφθαλμη, κοντόφθαλμο, μυωπική, κοντόφθαλμες, κοντόφθαλμης
Τυχαίες λέξεις
Tegevusala στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατοχή, επάγγελμα, κατάληψη, δραστηριότητα, δραστηριότητας, δραστικότητα, δράση, δραστηριοτήτων