Tsement στα ελληνικά
Μετάφραση: tsement, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσιμέντο, λάσπη, μπετό, τσιμέντου, το τσιμέντο, του τσιμέντου, κονίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- edastamine στα ελληνικά - μετάδοση, διαβίβαση, μετάδοσης, μεταφοράς, διαβίβασης
- hütt στα ελληνικά - υπόστεγο, καλύβα, καλύβας, καλύβι, θάλαμος, ο θάλαμος
- keemine στα ελληνικά - βρασμός, βρασμού, ζέσεως, σημείου ζέσεως, ζέσης
- membraan στα ελληνικά - μεμβράνη, μεμβράνης, της μεμβράνης, μεμβρανών
Τυχαίες λέξεις
Tsement στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσιμέντο, λάσπη, μπετό, τσιμέντου, το τσιμέντο, του τσιμέντου, κονίας
Μεταφράσεις: τσιμέντο, λάσπη, μπετό, τσιμέντου, το τσιμέντο, του τσιμέντου, κονίας