Uljaspäisus στα ελληνικά
Μετάφραση: uljaspäisus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλικαρισμός, λεονταρισμοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anakronism στα ελληνικά - αναχρονισμός, αναχρονισμό, αναχρονιστικό, αναχρονιστική, αναχρονισμού
- arutelu στα ελληνικά - συζήτηση, συζήτησης, συζητήσεις, συζητήσεων, τη συζήτηση
- biokeemik στα ελληνικά - βιοχημικός, βιοχημικό, το βιοχημικό, biochemist, βιοχημικού
- kuritahtlikult στα ελληνικά - κακόβουλα, κακόβουλη πρόθεση, με κακόβουλη πρόθεση, με κακόβουλη, πονηρού
Τυχαίες λέξεις
Uljaspäisus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλικαρισμός, λεονταρισμοί
Μεταφράσεις: παλικαρισμός, λεονταρισμοί