Εισπνέω στα αγγλικά
Μετάφραση: εισπνέω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
inhale
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εισπνέω
inhale
- εισπνέω
Σχετικές λέξεις: εισπνέω
εισπνέω λεξικό γλώσσας αγγλικά, εισπνέω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- εισβολή στα αγγλικά - invasion, incursion, invasion of, intrusion, invading
- εισιτήριο στα αγγλικά - ticket, a ticket, tickets, the ticket, fare
- εισπνοή στα αγγλικά - inhalation, inhalation of, inhaling, inhaled, breathing
- εισροή στα αγγλικά - influx, inflow, input, inflow of, influx of
Τυχαίες λέξεις
Εισπνέω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: inhale
Μεταφράσεις: inhale